Η Αριστερά του Corbyn: η πολιτική της θέσης και η πολιτική της λογικής—Μέρος 2o

Ακολουθεί το δεύτερο από τα τρία μέρη μετάφρασης κειμένου. Επειδή το κείμενο άξιζε να μεταφραστεί αλλά δεν συμφωνούμε και με όλα, δες πρώτα εδώ.

Το πρώτο μέρος εδώ.

του David Hirsh
http://4.bp.blogspot.com/-8wpVzJLp86Y/U8t2-_jWaII/AAAAAAAAQLQ/p0fy0eVabeI/s1600/Stop+the+War+war+on+Israel.JPG

Stop the war: Time to go to war! Αντίφαση, εκτός αν μιλάς για το Ισραήλ, που τότε επιτρέπεται να πεις ό,τι σου κατέβει στο κεφάλι…

Μέρος 2ο: Πώς ο αντι-ιμπεριαλισμός και η ανοχή του αντισημιτισμού έγιναν καθοριστικά χαρακτηριστικά της κοινότητας του καλού

Το παρακάτω μέρος του κειμένου κοιτά πώς ένα στοιχείο της σοσιαλιστικής και κριτικής παράδοσης, δηλαδή η αντίδραση στην αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό, έγινε ένας νέος ‘–ισμός’, ο ιμπεριαλισμός. Από ένα μόνο από τα στοιχεία της παράδοσης που ήταν, ο αντι-ιμπεριαλισμός έγινε μια απόλυτη αρχή, κυριαρχώντας έτσι αντί άλλων αριστερών και δημοκρατικών αρχών όπως η ισότητα, η δημοκρατία, η νομιμότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελευθερία, τα δικαιώματα των γυναικών, ομοφυλοφίλων, και η αυτοδιάθεση. Η διαδικασία αυτή σχετίζεται με την άνοδο του αντισημιτισμού στην αριστερά.

Η νίκη του Corbyn στο Labour Party είναι σημαντική ως ένδειξη της μετακίνησης αυτού του αντι-ιμπεριαλ-ισμού από τα άκρα προς την κεντρική σκηνή. Χαρακτηριστικά που κάποτε ανήκαν σε περιθωριακές ομάδες τώρα διαλαλούν την κεντρικότητά τους στη δημοφιλή αριστερά. Τίποτα απ’αυτά που έκανε ο Corbyn δεν απωθεί τους υποστηρικτές του, ούτε το ιστορικό υποστήριξης αντισημιτικών κινημάτων, ούτε η υποστήριξη αντισημιτών, ούτε η δουλειά του για το Press TV, ούτε η υποστήριξή του προς τον IRA, ούτε η ενθάρρυνσή του προς όποιους πολεμούν εναντίον Βρεττανικών δυνάμεων, ούτε η υποστήριξη προς τη Hamas και τη Hezbollah (στΜ: τη Παλαιστινιακή και τη Λιβανέζικη εκδοχή της ΧΑ, θα λέγαμε). Τίποτα από αυτά δεν τον εμπόδισε να διεκδικήσει το χρίσμα της ηγεσίας. Ο Corbyn κέρδισε με καθαρή πλειοψηφία σε όλες τις ομάδες ψηφοφόρων των Εργατικών, στα παλιά μέλη, τους συνδικαλιστές, και τη νέα κατηγορία που έδωσε £3 για να ψηφίσει. Δεν υπάρχει λόγος να πιστέψει κανείς ότι όλοι αυτοί τον ψήφισαν παρά τις ιδέες του, και όχι εξαιτίας τους.

Η παρουσία του αντισημιτισμού στη ριζοσπαστική αριστερά δεν είναι κάτι νέο, αλλά στις δημοκρατικές χώρες είχε πέσει σημαντικά μετά το Ολοκαύτωμα, ακόμα κι αν παρέμενε πάντα ζωντανός στις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ και στους Άραβες εθνικιστές και Ισλαμιστές. Το 2001 η σύνοδος τριών γεγονότων σηματοδότησε την επάνοδο του αντισημιτισμού ως πειρασμό για τους προοδευτικούς. Στο Durban έγινε η σύνοδος του ΟΗΕ όπου ο Σιωνισμός κατασκευάστηκε ως ο πιο σημαντικός ρατσισμός του πλανήτη. Την επόμενη Τρίτη ήταν η 11η Σεπτέμβρη, οπότε και οι ΗΠΑ δέχθηκαν επίθεση απ’την Al Qaeda. Την ίδια χρονιά κατέρρευσαν οι ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων και η Δεύτερη Ιντιφάντα επανακανονικοποίησε τις επιθέσεις κατά Εβραίων αμάχων ως μέσο αντίστασης (στΜ: το πρωτότυπο κείμενο εδώ γράφει πολύ σωστά για Εβραίους άμαχους και όχι Ισραηλινούς, καθώς με κάποια μαγική μετουσίωση θεωρήθηκαν αποδεκτοί στόχοι και Γάλλοι, Βρεττανοί, Ρώσσοι, Αμερικανοί, ή έλληνες Εβραίοι).

Με την μεταπολεμική άνοδο την δημοκρατικής Ευρώπης και την αύξηση της Αμερικανικής ισχύος, μεγάλο κομμάτι της αριστεράς άρχισε να υποτιμά τις κεντρικές της αξίες που δεν της προσέφεραν μια ξεκάθαρη διάκριση με τη νέα κυρίαρχη δημοκρατική ιδεολογία. Οι δημοκρατικές αξίες αντικαθιστούνταν όλο και περισσότερο με την αξία της αντίδρασης στον ιμπεριαλισμό. Οι αγώνες για την ισότητα μεταξύ των λαών και για αλληλεγγύη μεταξύ των ανίσχυρων των διαφόρων κρατών, μερικές φορές θυσιάστηκαν στο βωμό της υποστήριξης των “καταπιεσμένων” εθνών και λαών εναντίον ιμπεριαλιστικών κρατών. Όπου “ιμπεριαλιστικών” διάβαζε “δημοκρατικών”. Όπου “καταπιεσμένα έθνη” διάβαζε “αυτοί που τους κυβερνάνε και μιλάνε εξ ονόματός τους”.

Αυτές οι εξελίξεις έφεραν ένα ρήγμα στην αντιρατσιστική παράδοση. Όποιος ρατσισμός θεωρούταν ως αποτέλεσμα του ιμπεριαλισμού έβρισκε κατάφωρη αντίδραση, ενώ όποιος ρατσισμός δεν ακολουθούσε το δίπολο μαύροι/λευκοί υποτιμείτο.

Οι λαοί που άρχισαν να υποφέρουν πιο έντονα ως αποτέλεσμα του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό ήταν εκείνοι που φέρονταν ως “συνεργάτες” με τον ιμπεριαλισμό: Τούτσι, Ταμίλ, Κούρδοι, Μπαχά’ι, Γαζίντι, Αφρο-Ασιάτες, Βόσνιοι, Αρμένιοι, Ουκρανοί, και φυσικά, οι Εβραίοι. Κάποιοι από την αριστερά είναι αρκετά ανενημέρωτοι σχετικά με την καταπίεση που δέχτηκαν αυτές οι ομάδες, επειδή καταπιέστηκαν από ομάδες που σε γενικές γραμμές οι προδευτικοί τις θεωρούν αντι-ιμπεριαλιστικές. Το αίμα των αντι-ιμπεριαλιστών αριστερών βράζει μόνο όταν λευκοί, ή όσους κατατάσσει ως λευκούς, είναι οι κακοί. Η αριστερά είναι τόσο πολύ δεμένη με αυτό το συναισθηματικό πλαίσιο, που καταντά να νομίζει ότι όλα τα κακά πράγματα του κόσμου είναι αποτέλεσμα των λευκών λαών. Κάποιες φορές και άλλοι λαοί διαπράττουν ασχήμιες, αλλά πάντα οι λευκοί λαοί πρέπει να βρεθούν υπεύθυνοι. Έτσι, ένα κομμάτι της αριστεράς εμμένει σε μια κοσμοθεωρία που οι μοναδικοί κοινωνικοί δράστες είναι οι λευκοί, και όλοι οι άλλοι κατασκευάζονται ως παιδαριώδη θύματα.

Οι Εβραίοι φέρονται να έχουν την ιδιότητα, σύμφωνα με το φαντασιακό αυτής της σύγχρονης αριστερής τάσης, να είναι ταυτόχρονα λευκοί και μη-λευκοί, να είναι “εμείς” και όχι κ τόσο “εμείς”. Είναι αρκετά “εμείς” ώστε να δίνουν στους Δυτικούς την ικανοποίηση να χαρούν τις απαραίτητες τύψεις, αλλά όχι τόσο “εμείς” ώστε οι Δυτικοί να τους προβάλλουν τις τύψεις τους.

Οι Εβραίοι του Ολοκαυτώματος ακόμα συμβολίζουν την απόλυτη έλλειψη ισχύος, τους καταπιεσμένους. Αλλά οι Εβραίοι που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, ειδικά εκείνοι που βρήκαν καταφύγιο στο Ισραήλ ή τις ΗΠΑ, ταίριασαν καλύτερα σε έναν άλλον προκάτ τρόπο σκέψης κατά των Εβραίων: στην κατηγορία της δυσανάλογα μεγάλης ισχύος. Στην παράδοση του δευτερεύοντος αντισημιτισμού, το ίδιο το Ολοκάυτωμα θεωρείται ως σημαντική πηγή ισχύος. Στην παράδοση του αντικαπιταλιστικού αντισημιτισμού, το ξεπούλημα της ψυχής τους στον ιμπεριαλισμό (στΜ: ιμπεριαλjισμό) είναι η άλλη πηγή της Εβραϊκής ισχύος. Αυτή είναι και η παλιά αμφιταλάντευση της αριστεράς: είναι οι Εβραίοι θεαματικά ανίσχυροι ή χαιρέκακα πανίσχυροι; Είναι καταπιεσμένοι ή καταπιεστές;

Η κοσμοθεωρία του Corbyn είναι τέτοια που βλέπει κάποια αυταρχικά καθεστώτα, τρομοκρατικά κινήματα, και κάποια είδη αντισημιτισμού ως αντικειμενικά με το μέρος μας εναντίον του ιμπεριαλισμού, ως μέρος του παγκόσμιου προοδευτικού κινήματος. Κάποιες φορές υπάρχει η παραδοχή ότι η βία και ο αντισημιτισμός των “συντρόφων” δε συμβαδίζει με τις αξίες μας· δεν είναι ωραία, αλλά ποιοι είμαστε “εμείς” για να μιλήσουμε στους καταπιεσμένους για αξίες;

Ο Alan Johnson (2015) χαρακτηρίζει αυτή την κοσμοθεωρία που ανάγει τον αντι-ιμπεριαλισμό στην απόλυτη αξία και που δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη θέση/ταμπέλα παρά στις πράξεις/υπευθυνότητα, ‘στρατοπεδοποίηση’ (στΜ: ‘campism’ στο πρωτότυπο).

Η στρατοπεδοποίηση έχει κάνει μέρος της αριστεράς να εγκαταλείψει διεθνείς προοδευτικές αξίες που βασίστηκαν στον Διαφωτισμό και αντιθέτως να στρατευτεί σε αυτό που θεωρούν ως μεγάλη πάλη ανάμεσα στα―η ορολογία αλλάζει με τα χρόνια,…―’Προοδευτικά’ εναντίον ‘Αντιδραστικά’ έθνη, ‘Ιμπεριαλισμός’ εναντίον ‘Αντι-ιμπεριαλισμού’, ‘Καταπιεστής’ εναντίον ‘Καταπιεσμένου’ λαού, ‘η Αυτοκρατορία’ εναντίον της ‘Αντίστασης’ (στΜ: αναφορά στο Star Wars: ‘The Empire versus ‘The Resistance’), ή απλά η ‘Εξουσία εναντίον του “Άλλου”.

Κερδίζει έδαφος σταθερά σε τρία μέτωπα. Στα Πανεπιστήμια έχει κυριαρχήσει σε πεδία όπως οι Μετα-αποικιοκρατικές Σπουδές και Σπουδές Μέσης Ανατολής και θεωρείται αποδεκτή σε δημοφιλή τμήματα όπως Αγγλικών, Κοινωνιολογίας, και Ανθρωπολογίας. Η Judith Butler, δημοφιλής φιλόσοφος και κοινωνικός επιστήμονας με επιρροή έκανε την περιβόητη δήλωση ότι ‘είναι εξαιρετικά σημαντικό να καταλάβουμε τη Hamas και τη Hezbollah ως προοδευτικά κοινωνικά κινήματα, που είναι αριστερά, μέρος της παγκόσμιας αριστεράς’ (Johnson 2012).

Αργότερα διευκρίνισε: ‘Είναι “αριστερά” με την έννοια ότι αντιτίθενται στην αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό, αλλά δεν θα επικροτούσα ποτέ τις τακτικές τους.’ (Zimmer et al 2015).

Η διάκριση της Butler ανάμεσα στην θέση/τοποθέτηση στο προοδευτικό κίνημα απ’τη μία και στο τι κάνουν και λένε στην πραγματικότητα από την άλλη, είναι σημαίνουσα. Αυτή η πρακτική της τοποθέτησησ μας ενδιαφέρει συγκεκριμένα για αυτό που λέμε. Ποιος θεωρείται μέρος του προοδευτικού κινήματος και ποιος εκτός; Πώς αποφασίζεται αυτό και τι συμβαίνει σε όσους τους τοποθέτησαν εκτός;

Το δεύτερο μέτωπο που η ‘στρατοπεδοποίηση’ ήταν μεν περιθωριακή στη Βρεττανία αλλά τώρα γίνεται τάχιστα δημοφιλής είμαι η πολιτική αριστερά. Ο τρόπος που η θέση προηγείται του διαλόγου στο Labour Party είναι ενδεικτικός της αυξανόμενής της κεντρικότητας.

Το τρίτο μέτωπο στο οποίο προχωρά η στρατοπεδοποίηση είναι η κοινή γνώμη και στάση. Μια υπόθεσή μου είναι ότι γίνεται ο κανόνας στην ισχυρή φιλελεύθερη και αριστερή πτέρυγα της ελίτ. Σε αυτή την ελίτ είναι απόλυτα κανονικό να πιστεύεις, π.χ., ότι ο Tony Blair είναι εγκληματίας πολέμου, ότι το Ισραήλ πρέπει να το μποϋκοτάρουμε, ότι η Αμερική ευθύνεται για τα περισσότερα δεινά της Μέσης Ανατολής, και ότι Άγγλοι έφηβοι που πάνε να πολεμήσουν για το ISIS είναι θύματα της Βρεττανικής εξωτερικής πολιτικής και ριζοσπαστικοποιήθηκαν από τις προσπάθειες να τους σταματήσουν. Στον κόσμο γύρω μου, στο σωματείο μου, στο πανεπιστήμιό μου, στην εφημερίδα μου, στο Labour Party μου, στο BBC Radio 4, αυτές οι ανεξέταστες υποθέσεις αυτής της εκδοχής του αντι-ιμπεριαλισμού επαναλαμβάνονται συνέχεια χωρίς καμμία κριτική εξέταση. Συνιστούν το ζεστό, οικείο και καθοριστικό υπόβαθρο που αναμένεται να πιστεύουν οι καλοί άνθρωποι. Είναι τα κοινώς παραδεκτά και άγραφα όρια που χωρίζουν ‘εμάς’, τους ‘καλούς ανθρώπους’, από αυτούς, τους ανάγωγους, τους Δεξιούς, τους Αμερικανούς, τους Νεο-Φιλελεύθερους, τους υποστηρικτές του Blair, τους Ισλαμοφοβικούς και, ειδικά, τους Σιωνιστές.

Μια από τις σφαίρες που ενισχύουν τα όρια της κοινότητας του καλού είναι η κωμωδία. Πολλή σύγχρονη κωμωδία στο Ηνωμένο Βασίλειο (στΜ: εφεξής ΗΒ) προϋποθέτει αυτές τις κοινές αξίες και συσπειρώνει την κοινότητα μέσω της χλεύης κατά οποιασδήποτε βρεθεί εκτός με τις περίεργες και καταγέλαστες απόψεις της.

Τώρα θα εξετάσουμε τρεις συγκεκριμένες περιπτώσεις διαχωρισμού σε ‘εμάς’ και ‘αυτούς’ και τον αποκλεισμό που προέκυψε από την κοινότητα του ‘καλού’ ως αποτέλεσμα του διαχωρισμού: το Νόμο του Livingstone, το Πανεπιστημιακό σωματείο διδασκόντων UCU, και την καμπάνια του Corbyn.

Περίπτωση 1η. Ο Νόμος του Livingstone: πώς η έγνοια για τον αντισημιτισμό έγινε πιο ύποπτη από τον ίδιο τον αντισημιτισμό

Ένα από τα κύρια πράγματα που καταλαβαίνουν οι προοδευτικοί του ΗΒ είναι ότι η καταγγελία του αντισημιτισμού εγείρει περισσότερες υποψίες από το να σε καταγγείλουν ως αντισημίτη.

Ενώ ο αντισημιτισμός των Nazi και άλλες ιστορικές μορφές Εβραιοφοβίας γίνονται αδιακρίτως κατανοητές ως κακές, η στάνταρ προοδευτική άποψη είναι ότι αυτά είναι φαινόμενα του παρελθόντος. Η θέση του ακαδημαϊκού Matti Bunzl (2007), ότι η Ισλαμοφοβία είναι ο νέος αντισημιτισμός ταιριάζει καλά με την παρούσα κυρίαρχη αντίληψη. Η κυρίαρχη θέση στην αριστερά είναι ότι ενώ ο αντισημιτισμός των Nazi ήταν πραγματικός και απαίσιος, για πολύ καιρό οι Εβραίοι το παρακάνουν θέμα. Τώρα αυτά πέρασαν και υπάρχουν άλλες λιγότερο αναγνωρισμένες φρικαλεότητες που αξίζουν της προσοχής μας· υπάρχουν πιο πρόσφατες γενοκτονίες που τα θύματα δεν είναι λευκοί και δεν έχουν τόσο εύκολη πρόσβαση στα μήντια και στους μοχλούς εξουσίας. Πραγματικά, η έννοια των πανίσχυρων και προνομιούχων θυμάτων γενοκτονίας δεν στέκει αν το καλοσκεφτείς ένα δευτερόλεπτο. Κι όμως, επιβιώνει εν μέρει λόγων της αμφιταλάντευσης της αριστεράς σχετικά με το πού να κατατάξει ‘τους Εβραίους’ στα μοντέλα της και τα αφηγήματά της. Υπάρχει ολόκληρη βιβλιογραφία για το πώς ο Σιωνισμός δήθεν επωφελείται από το Ολοκαύτωμα, δήθεν αρμέγει το Ολοκαύτωμα για να αποκτήσει κύρος, υπερβάλλει τη μοναδικότητα του Ολοκαυτώματος, και υπάρχει ολόκληρη βιβλιογραφία που ισχυρίζονται ακόμα και ότι ο Σιωνισμός δήθεν συνεργάστηκε ή δημιούργησε το Ολοκαύτωμα. Επίσης λέγεται συχνά-πυκνά ότι επανέφερε το Ολοκαύτωμα για να το χρησιμοποιήσει στους Παλαιστίνιους (Klaff 2014).

Ο Νόμος του Livingstone ονομάστηκε έτσι χάρη του Ken Livingstone, του πρώην δημάρχου του Λονδίνου. Ο Livingstone τσακώθηκε με έναν Εβραίο δημοσιογράφο, τον Oliver Feingold. Ο Feingold ζήτησε σχόλια για ένα πάρτυ γενεθλίων από το οποίο γυρνούσε ο δήμαρχος. Ο Livingstone θύμωσε και ο Feingold απάντησε ότι ‘απλά κάνω τη δουλειά μου’. Ο Livingstone πιάστηκε από αυτή τη φράση, απαντώντας ότι ο Feingold ήταν σαν τους Nazi εγκληματίες πολέμου για να αποκρίνεται έτσι (στΜ: That escalated quickly!). O Feingold του είπε ότι είναι Εβραίος και αντιτίθεται στη σύγκριση. Ο Livingstone απάντησε ότι η εφημερίδα που δούλευε ο δημοσιογράφος ήταν ‘ένα μάτσο απατεώνες και αντιδραστικοί ρατσιστές’ και ότι είχε ιστορικά στηρίξει τον Φασισμό.

Σε αυτό τον ντροπιαστικό και ασύνδετο διάλογο, ο Livingstone είδε μια πολιτική ευκαιρεία. έγραψε στον The Guardian ένα άρθρο που κριτίκαρε την κατοχή της Δυτικής Όχθης και είπε: ‘Για υπερβολικά πολύ, η κατηγορία του αντισημιτισμού έχει χρησιμοποιηθεί εναντίον οποιουδήποτε κριτικάρει τις πολιτικές των Ισραηλινών κυβερνήσεων, όπως εγώ’ (Livingstone 2006).

Αυτός ο Νόμος του Livingstone είναι μια απάντηση στην κατηγορία για αντισημιτισμό. Είναι ένα ρητορικό τέχνασμα που επιτρέπει στον χρήστη του να αποφύγει να ασχοληθεί με την κατηγορία. Είναι ένας καθρέφτης που επιστρέφει στον κατήγορο μια αντι-κατηγορία την άτιμης Εβραϊκής (ή ‘Σιωνιστικής’) συνομωσίας.

Πρώτον, ο Νόμος του Livingstone Formulation τσουβαλιάζει οτιδήποτε φέρεται ως αντισημιτικό, όπως το να προσβάλλει επανειλλημένα έναν Εβραίο δημοσιογράφο λέγοντάς τον Nazi, με τη θεμιτή κριτική στο Ισραήλ. Δεύτερον, πάει ακόμα πιο πέρα από το να πει ότι αυτοί που καταγγέλουν τον αντισημιτισμό έχουν άδικο: τους κατηγορεί ότι έχουν άδικο επίτηδες, ότι χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, ότι παίζουν το χαρτί του αντισημιτισμού. Ισχυρίζεται ότι υπάρχει πρόθεση, συχνά συλλογική πρόθεση και άρα συνομωσία, ώστε να κινητοποιηθεί η Εβραϊκή εξουσία του θύματος για αθέμιτους σκοπούς.

Ο Livingstone αρνήθηκε να ασχοληθεί με την συγκεκριμένη κατηγορία για αντισημιτισμό. Αντ’αυτού προτίμησε να κατηγορήσει τους κατηγόρους για Σιωνιστική κακή πίστη.

Υπάρχει μια τάση να ανάγεται η Ισραηλινο-Παλαιστινιακή διαμάχη σε διαμάχη μεγάλης συμβολικής σημασίας. Αν οι Παλαιστίνιοι γίνονται συμβολικοί αντιπρόσωποι των απανταχού καταπιεσμένων, τότε οι Ισραηλινοί τείνουν να γίνονται οι συμβολικοί αντιπρόσωποι των απανταχού καταπιεστών. Σε αυτό το συγκείμενο ο διάλογος μερικές φορές γίνεται λιγότερο για την πραγματική σύγκρουση στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου και περισσότερο μια πάλη σε ένα συμβολικό αφήγημα. Η εξύψωση των Ισραηλινών στο κέντρο αυτής της κοσμοθεωρίας αντικατοπτρίζει αντισημιτικές παραδόσεις με την έννοια ότι πάντα κατασκεύαζαν τους Εβραίους ως κεντρικούς υπαίτιους για τα δεινά του κόσμου (βλέπε και Fine 2009).

Ο Ken Livingstone δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο μόνος που απάντησε σε κάποια, συνήθως Εβραία, που έβαλε θέμα αντισημιτισμού με μια θυμωμένη κατηγορία τύπου ‘Σιωνίστρια’! ‘Προστάτιδα του Ισραήλ, καταπιέστρια των Παλαιστινίων!’ Η λειτουργία αυτής της απάντησης είναι να αποφευχθεί ένας διάλογος με επιχειρήματα και αντιθέτως να τεθεί εκτός της κοινότητας των προοδευτικών το άτομο που θέλει να το συζητήσει.

Η σύγχρονη αριστερή ‘στρατοπεδοποιημένη’ πολιτική πρακτική της διχοτόμησης του κόσμου σε αντι-ιμπεριαλιστικά και ιμπεριαλιστικά κράτη προέρχεται από τον Σταλινικό Κομμουνισμό. Μετά από ένα σύντομο φλερτ το 1948 με την ιδέα ότι το Ισραήλ μπορεί να γινόταν σύμμαχος στη Μέση Ανατολή, η Σοβιετική πολιτική μετακίνησε την υποστήριξή της προς τον Αραβικό Εθνικισμό και τα καθεστώτα του κόμματος Μπααθ (Ba’ath) ενάντια στο Ισραήλ. Ο Σοβιετικός αντισημιτισμός μακράν προϋπήρχε του Ισραήλ, αλλά οι Σταλινικοί ήταν οι πρώτοι στην αριστερά που είδαν τη δυναμική της δαιμονοποίησης του Ισραήλ ως φιλο-ιμπεριαλιστικού (στΜ: Φυσικά, η εξω-Σταλινική Αριστερά ήταν τότε προφανέστατα υπέρ του Ισραήλ, λόγω παραγόντων όπως η άρνηση στήριξης από της ΗΠΑ και η τελική στήριξη από την Τσεχοσλοβακία, τα συνεργατικά κιμπούτζ του Εργατικού Σιωνισμού, τα κοινά Εβραϊκο-Αραβικά σωματεία κλπ). Η ρετσινιά του απαρτχάιντ, ότι το Ισραήλ είναι αθέμιτο όπως το καθεστώς του απαρτχάιντ στη Βόρεια Αφρική, ήταν επίσης Σοβιετική εφεύρεση (Crooke 2004). Αυτή η ρετσινιά λειτουργεί σαν σύντομος, ανεξέταστος δρόμος για την πολιτική του μποϋκοτάζ.

Το 1952 ο Rudolph Slanksy, ο ίδιος όντας αιμοσταγής δικτάτορας της Κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας αντιμετώπισε μια αντισημιτική εκπαραθύρωση από τους ‘συντρόφους’ του. Ο Slansky καθαιρέθηκε από την εξουσία και με βασανιστήρια του απέσπασαν την παρακάτω ‘εξομολόγηση’:

“Επίτηδες θωράκισα τον Σιωνισμό μιλώντας δημόσια εναντίον ανθρώπων που υπέδειξαν τις επιθετικές ενέργειες των Σιωνιστών και τους χαρακτήρισα ως αντισημίτες ώστε να κυνηγηθούν και να καταδικαστούν. Έτσι δημιούργησα μια ατμόσφαιρα που ο λαός φοβόταν να αντιτεθεί στο Σιωνισμό.”

Αυτό είναι ταυτόσημο με το νόμο του Livingstone. Ο Εβραίος ομολογεί (η κατηγορείται για) την διασπορά ψευδών κατηγοριών για αντισημιτισμό ώστε να αποσιωπήσει την αντίθεση στο Σιωνισμό.

Ο Νόμος του Livingstone χρησιμοποιείται συχνά στον πολιτικό διάλογο. Ο ιερέας Steven Sizer ήταν ο ηγέτης της καμπάνιας υπέρ του μποϋκοτάζ στο Ισραήλ στην Αγγλικανική Εκκλησία. Έγραψε ένα γράμμα στον The Independent απαντώντας σε ένα επιχείρημα του Αρχιραββίνου (στΜ: του ΗΒ) ότι η καμπάνια ήταν μέρος μια ανερχόμενης αντισημιτικής κουλτούρας στο ΗΒ. Η Σύνοδος της Εκκλησίας, έγραψε ο Sizer (2006), δεν θα ‘υποχωρούσε σε εκείνους που … φώναζαν “αντισημιτισμός” όποτε αναφέρονταν ισραηλινές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κατεχόμενα.’ Συνέχισε: ‘Γιατί έχει αντιμετωπίσει ο Αρχιεπίσκοπος τόση κριτική σχετικά [με τη ψήφο να μποϋκοτάρουν την Caterpillar]; Απλό: οι άνθρωποι στις σκιές ξέρουν ότι η Caterpillar είναι μόνο το πρώτο [μποϋκοτάζ].’

Ο Sizer απάντησε σε ένα επιχείρημα ότι το BDS (στΜ: αρχικά του κινήματος μποϋκοτάζ) είναι αντισημιτικό ισχυριζόμενος ότι το επιζείρημα έγινε κακή τη πίστει ‘από τους ανθρώπους στις σκιές’, που είχαν ως σκοπό να καταστήσουν αθέμιτη την κριτική στο Ισραήλ και την κατοχή.

Ένας απ’τους ανθρώπους που στάθηκαν στο πλευρό του Sizer και τον υπερασπίστηκαν ενάντια στην κατηγορία του αντισημιτισμού ήταν ο Jeremy Corbyn. Χρόνια πριν φανταστεί καν ότι θα γινόταν αρχηγός του Labour, ο Corbyn έγραψε ένα γράμμα στην Αγγλικανική Εκκλησία υποστηρίζοντας τον, λέγοντας ότι ‘δέχεται επίθεση από μια φιλο-ισραηλινή καμπάνια λάσπης.’ (Simons 2015). Με άλλα λόγια, ο Corbyn χρησιμοποίησε το Νόμο του Livingstone. Ο Sizer αργότερα απομακρύνθηκε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της Εκκλησίας, όταν προώθησε στο Facebook αντισημιτικό άρθρο με τίτλο: ‘9/11: Το Ισραήλ το έκανε’ (Bingham 2015).

Ο Alain Badiou είναι ένας Μαοϊκός φιλόσοφος, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να γίνει αποδεκτός σε αντιρατσιστικούς κύκλους διανοούμενων, ή από το να αναγνωρίζεται επιτυχώς στη Γαλλία και αλλού στον κόσμο. Ήταν ένας από τους συγγραφείς, το 2013, του βιβλίου Reflections on Antisemitism (Badiou et al 2013) το οποίο σύμφωνα με την ιστοσελίδα του εκδότη δείχνει ‘πώς εύκολες κατηγορίες “αντι-Σημιτισμού” χρησιμοποιούνται για να πνίξουν την αντιλογία’ (Verso 2015). Ο Gérard Bensussan (2014) έγραψε μια κριτική του βιβλίου στη Libération, επιχειρηματολογώντας ότι κάνοντας τον αντισημιτισμό κάτι αξιοσέβαστο, η ακρο-αριστερά κατάφερε αυτό που ακροδεξιά μόνο το ονειρευόταν. Επιχειρηματολογεί ότι ο Badiou συμμετέχει σε μια σύγχρονη αναβίωση του γαλλικού αντισημιτισμού.

Η πρώτη αντίδραση του Badiou ήταν ότι ‘δεν μπορεί να υπάρξει τέτοιο πράγμα όπως ο ακρο-αριστερός αντι-Σημιτισμός – ένα παράδοξο οξύμωρο…’ (Badiou 2014). Είναι καθαρή έκφραση της επισκίασης της πολιτικής της λογικής από την πολιτική της θέσης. Εξ ορισμού δεν γίνεται να υπάρχει αντισημιτισμός εδώ πέρα, στην κοινότητα των προοδευτικών. Η υπόδειξη ότι μπορεί και να υπάρχει αριστερός αντισημιτισμός δεν συζητάται ή αντικρούεται με επιχειρήματα, αλλά συναντάνται με ένα απειλητικό, επιθετικό, και συναισθηματικά φορτισμένο υβρεολόγιο που ουσιαστικά βγάζουν τον υποδείξαντα εκτός της κοινότητας.

Ο Badiou συνεχίζει απαντώντας με τον πιο απαξιωτικό σαρκασμό, υπονοώντας ότι ο Bensussan και το ακαδημαϊκό του ίδρυμα είναι κατώτερα του διανοητικού του επιπέδου. Λέει ότι η κατηγορία για αντισημιτισμό είναι θέμα για τα δικαστήρια, εννοώντας ότι είναι λίβελος, αλλά αφού δεν εμπιστεύεται τα μπουρζουάδικα δικαστήρια απαντά ως εξής: ‘Απλά θα δώσω στον Καθηγητή Bensussan σφαλιάρες στα μούτρα άμα τον πετύχω, και θα του αξίζει με την αρρωστημένη ρητορική που έχει.’ (Για περισσότερα πάνω στις απολαύσεις που χαρίζει ο σύγχρονος αντισημιτισμός, βλέπε το Garrard 2013.)

Ο Badiou είναι ξεκάθαρος. Μια κατηγορία για αντισημιτισμό, αν αφορά κάποιον αριστερό, αν αφορά μίσος ενάντια στο Ισραήλ, πρέπει να απαντηθεί με βία. Η λογική, τα στοιχεία, ή τα επιχειρήματα είναι κατάλληλα για διαφωνίες εντός της προοδευτικής κοινότητας, αλλά δεν είναι κατάλληλα για κάποιον που υποδεικνύει τον αντισημιτισμό. (Για περισσότερα σχετικά με τον Νόμο του Livingstone βλέπε Hirsh 2010.)

Περίπτωση 2η: Η καμπάνια του μποϋκοτάζ και το (στΜ: Πανεπιστημιακό Συνδικάτο) UCU: πώς οι Ισραηλινοί θα αποκλειστούν από τη διεθνή κοινότητα και άνθρωποι χαρακτηρισμένοι ως ‘υποστηρικτές’ θα αποκλειστούν από τα εργατικά συνδικάτα

Η καμπάνια για το μποϋκοτάζ του Ισραήλ επιδιώκει να τοποθετήσει το Ισραήλ εκτός της κοινότητας του καλού και του προοδευτικού. Η καμπάνια χαρακτηρίζει όσους Ισραηλινούς αρνούνται να απαρνηθούν την υπηκοότητά τους με τον ίδιο τρόπο. Πρέπει να απομονωθούν, αγνοηθούν, αποσιωπηθούν, αποκλειστούν και τιμωρηθούν. Όλες τους οι αφηγήσεις, οι εμπειρίες και τα κίνητρά τους πρέπει να αντιμετωπιστούν ως ανέντιμη προπαγάνδα. Όταν άτομα από την κοινότητα των καταπιεσμένων ασχημονούν, οι πράξεις τους κρίνονται μέσα στο υλιστικό συγκείμενο των ασχημονιών που υπέφεραν. Όταν άτομα που είναι τοποθετημένα εκτός της κοινότητας των καταπιεσμένων, ό,τι κάνουν κρίνεται με εντελώς φορμαλιστικό και αφηρημένο τρόπο.

Το κίνημα του μποϋκοτάζ δεν επηρεάζει κατ’αρχήν το Ισραήλ. Το κίνημα του μποϋκοτάζ υπάρχει στο ΗΒ, στις ΗΠΑ, στη Νότια Αφρική, αλλού στον κόσμο. Ο αποκλεισμός που επιχειρεί να θέσει είναι ‘εδώ’ που είναι η καμπάνια, όχι ‘εκεί’ στη Μέση Ανατολή. Τα πανεπιστήμια που αποκλείουν ισραηλινούς ακαδημαϊκούς, τα μαγαζιά που αδειάζουν από ισραηλινά προϊόντα, τα θέατρα που αποκλείουν ισραηλινές ηθοποιούς, τα στάδια που απαγορεύουν ισραηλινούς ποδοσφαιριστές, είναι ‘εδώ’, όχι ‘εκεί’. Μερικές λένε ότι ο Corbyn είναι κακός στην εξωτερική πολιτική αλλά αυτό που μετράει είναι ότι είναι κατά της λιτότητας στο εσωτερικό. Αλλά ο ανισημιτισμός της καμπάνιας του μποϋκοτάζ δεν είναι εξωτερική πολιτική, είναι όσο εσωτερική πάει. Πρώτα απ’όλα επηρεάζει το κίνημα μέσα στο Labour.

Πριν το μποϋκοτάζ υπάρχει η καμπάνια για το μποϋκοτάζ. Η καμπάνια υπάρχει ‘εδώ’ στα σωματεία, ‘εδώ’ στις εκκλησίες, ‘εδώ’ στα πολιτικά κόμματα. Η καμπάνια του μποϋκοτάζ τείνει να λειτουργεί μέσω του χαρακτηρισμού όλων όσων διαφωνούν με την στρατηγική για το μποϋκοτάζ ως υποστηρικτές του Ισραήλ. Απορρίπτει την ιδέα ότι υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να δείξει κανείς την αλληλεγγύη του στους Παλαιστινίους ή να υποστηρίξει με άλλα μέσα το κίνημα ειρήνης.

Η καμπάνια μεταχειρίζεται ως καθαρά πλασματική τη διάκριση μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και του κράτους στο Ισραήλ και έτσι θεωρεί τους πολίτες άμεσα υπεύθυνους για την κρατική πολιτική. Οι υπέρμαχοι του μποϋκοτάζ θεωρούν τους προοδευτικούς διαφωνούντες με το μποϋκοτάζ ως ισραηλινά φερέφωνα και, κατ’επέκταση, πράκτορες του κράτους του Ισραήλ. Οι διαφωνούντες βαφτίζονται ‘λομπίστες’ ή ‘πράκτορες’ για να φανεί έτσι πόσο αθέμιτοι είναι. Στο αφήγημα των υποστηρικτών του μποϋκοτάζ, οι λομπίστες ή πράκτορες του Ισραήλ δεν θα έπρεπε να αναγνωρίζονται ως αυθεντικοί στο προοδευτικό κίνημα, όπως και δεν αναγνωρίζουν το Ισραήλ ως αυθεντικό στη Μέση Ανατολή.

Πολλές από τους διαφωνούσες με την καμπάνια του μποϋκοτάζ που άρα έχουν χαρακτηριστεί ως ξένες προς το προοδευτικό κίνημα, είναι Εβραίες. Η καμπάνια του μποϋκοτάζ έχει μια προκατάληψη ή υποψία με τους Εβραίους. Τους θεωρεί όλους κατά κάποιον τρόπο συνεργάτες του Σιωνισμού, στον οποίον προβάλλει μισητά χαρακτηριστικά. Όντως, οι μποϋκοτέρ προσφέρουν διόδους σε Εβραίες που θέλουν να δείξουν ότι αυτή η προκατάληψη είναι άδικη στη δική τους περίπτωση. Τους δίνει τις επιλογές να απαρνηθούν το Ισραήλ ή το Σιωνισμό ή σχετικούς θεσμούς. Αλλά η προκατάληψη και η υποψία είναι σημαντικές καθ’εαυτές (στΜ: εδικά για τους Εβραίους επιφυλάσσεται η αντιμετώπιση ότι αντί να είναι όλοι ‘αθώοι’ μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, θεωρούνται εξ αρχής ‘ένοχοι’). Σε κάθε περίπτωση, για τους περισσότερους Εβραίους ο δρόμος της απάρνησης βρίθει υπερβολικά αναφορών στους ιστορικούς αντισημιτισμούς για να αποτελέσει αξιοπρεπή επιλογή. Αυτά είναι τα επόμενα λογικά βήματα που μετά το μποϋκοτάζ θα επιτρέψουν τον διαλεκτικό και τον θεσμικό αντισημιτισμό. Αλλά εν τέλει η σχέση μεταξύ του μίσους εναντίον του Ισραήλ και του αντισημιτισμού είναι εμπειρική, όχι λογική. Η εμπειρία δείχνει ότι σχετίζονται.

Από το 2003 η καμπάνια του μποϋκοτάζ στο Ισραήλ άρχισε να παίρνει μορφή στα σωματεία βάσης του UCU. Μέχρι το 2011, πρακτικά κανείς υψηλόβαθμος συνδικαλιστής δεν ήθελε ή μπορούσε να διαφωνήσει με την καμπάνια. Το ΔΣ του UCU εκείνη τη χρονιά αποφάσισε να ξεκινήσει καμπάνια ενάντια στον Ευρωπαϊκό Ορισμό του Αντισημιτισμού (European Union Monitoring Commission (EUMC) Working Definition of Antisemitism) επειδή ο ορισμός θέτει ένα πλαίσιο στο οποίο ορισμένες εχθρότητες ενάντια στο Ισραήλ, υπό ορισμένες συνθήκες, θα μπορούσαν να οριστούν και ως αντισημιτικές. Το συνδικάτο, αντί να σταματήσει να πράττει κάτι που ήταν ενδεχομένως αντισημιτικό σύμφωνα με τον ορισμό, αποφάσισε τουναντίον να αγωνιστεί ενάντια στον ορισμό. (Για περισσότερα σχετικά με τους αγώνες για τον ορισμό του αντισημιτισμού, βλέπε Hirsh 2012 και Marcus 2015).

Οι υπέρμαχοι του μποϋκοτάζ δεν αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως Εβραιοφοβικούς, παρόλ’αυτά αντιμάχονται την πλειοψηφία των Εβραίων παγκοσμίως. (Για περαιτέρω ανάλυση του αντισημιτισμού όπου οι φορείς δεν το κάνουν συνειδητά, βλέπε Hirsh 2013.) Οι μποϋκοτέρ θέλουν να τιμωρήσουν το Ισραήλ για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων θεωρώντας όλους τους ισραηλινούς συλλογικά υπεύθυνους για τις πράξεις της κυβέρνησής τους· δεν θέλουν να μποϋκοτάρουν κανένα άλλο κράτος, και δεν θεωρούν συλλογικά υπεύθυνο κανέναν άλλο λαό. Όσοι διαφωνούν με το μποϋκοτάζ αντιμετωπίζονται ως εχθροί των Παλαιστινίων και ως ξένοι. Οι Εβραίοι είναι πιο πιθανό να έχουν προσωπικούς, οικογενειακούς ή εργασιακούς δεσμούς με το Ισραήλ. Είναι πιο πιθανό να μιλήσουν ενάντια σε μια καμπάνια που θέλει να θέσει τους ισραηλινούς (στΜ: συλλήβδην) εκτός της κοινότητας του προοδευτικού, του λογικού, του πολιτισμένου.

Επιπροσθέτως, υπάρχει και ένα ευρύτερο συγκείμενο: ένα πλούσιο απόθεμα αντισημιτικών λογικών, εικόνων, και συναισθημάτων σε αυτό που λέμε ‘Δυτική’ κουλτούρα. Το απόθεμα εμπλουτίστηκε από διάφορα κύμματα αντισημιτισμού που έχουν σαρώσει την Ευρώπη από τότε που ο Χριστιανισμός πρωτο-ξεχώρισε από τον Ιουδαϊσμό. Θα ήταν πράγματι μεγάλη έκπληξη αν μια καμπάνια που σκοπεύει να παρουσιάσει τους ισραηλινούς ως απολίτιστους δεν χρησιμοποιούσε, έστω και υποσυνείδητα, τέτοιους προκάτ τρόπους σκέψης που είναι τόσο συναισθηματικά φορτισμένοι. Η καμπάνια υπέρ της αντιμετώπισης των ισραηλινών και “υποστηρικτών” τους ως παρίες τείνει να αντηχεί προηγούμενες καμπάνιες εναντίον Εβραίων. Χρησιμοποιούνται εικόνες και αναλογίες/παραδείγματα από παλιά αντισημιτικά μοτίβα έστω και υποσυνείδητα, και οι Εβραίες που αντιτίθενται στο μποϋκοτάζ παρουσιάζονται ως συνομώτισσες, πανίσχυρες, πλούσιες, αιμοδιψείς (ειδικά για άιμα παιδιών), μπουρζουά, συνδεδεμένες με ανέντιμους τραπεζίτες, πολεμοχαρείς, κλπ.

Αφού και οι τελευταίοι αντιτιθέμενοι στο μποϋκοτάζ είχαν παραιτηθεί ή εξωθηθεί σε παραίτηση από το UCU, έγινε μια τελική προσπάθεια μέσα στο σωματείο να μπει το θέμα του αντισημιτισμού και να ακουστεί δίκαια. Ο Ronnie Fraser, συνδικαλιστής, κατήγγειλε το UCU για παραβίαση της νομοθεσίας για την Ισότητα Εργασιακών Συνθηκών (Equality Act 2010), και συγκεκριμένα ότι ‘παρενοχλήθηκε’ από ‘ανεπιθύμητη αδιακρισία’ σχετικά με την εβραϊκή του ταυτότητα, ‘σε βαθμό και με αποτέλεσμα’ τότε και μέχρι τώρα να ‘παραβιαστεί η αξιοπρέπειά του’ και να δημιουργηθεί ένα ‘μειωτικό, εχθρικό, υποτιμητικό’ και ‘εχθρικό περιβάλλον’ εναντίον του. Ο δικηγόρος του Fraser, Anthony Julius, περιέγραψε την πολύπλοκη αλλά συνεκτική σειρά ενεργειών του σωματείου, συμπεριλαμβανομένης της επιλεκτικής αδυναμίας επέμβασης, και συμπέρανε ότι αποτέλεσε θεσμικό αντισημιτισμό.

Η υπόθεση έφτασε στην Επιθεώρηση Εργασίας (Employment Tribunal), το φθινόπωρο του 2012. Υπέρ του Fraser κατέθεσαν 34 μάρτυρες: συνδικαλιστές, επιστήμονες, ιστορικοί, δικηγόροι, φιλόσοφοι, βουλευτές, Εβραίοι, Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι, Άθεοι, ακαδημαϊκοί ειδικοί σε θέματα αντισημιτισμού, πρόεδροι εβραϊκών κοινοτήτων. Οι μάρτυρες έδωσαν γραπτές καταθέσεις και κατέθεσαν κατ’αντιπαράστασην. (Για πλήρη διαφάνεια γνωστοποιώ ότι ήμουν ένας εκ των μαρτύρων).

Ο κύριος τρόπος που προσπάθησαν να απαξιωθεί ο Fraser όπως περιέγραψαν και οι άλλοι μάρτυρες ήταν μια διαρκής λάσπη και κατηγορίες για κακή πίστη. Όσοι είπαν ότι είχαν ακούσει ή θεωρήσει ότι άκουσαν κάτι αντισημιτικό εντός του συνδικάτου αντιμετωπίστηκαν σαν να προσπαθούσαν να φιμώσουν την κριτική προς το Ισραήλ σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και το μποϋκοτάζ. Αντί να πάρουν στα σοβαρά την ουσία των καταγγελιών τους, οι συνδικαλιστές αντιμετώπισαν τους καταγγέλοντες προσωπικές εμπειρίες αντισημιτισμού σαν άτομα εκτός της κοινότητας του καλού και τους παρουσίασαν σαν εχθρούς του συνδικάτου που είχαν επιβλαβείς σκοπούς.

Ωστόσο, ό,τι είχαν τραβήξει οι Εβραίοι στο συνδικάτο, θα τα ξαναπερνούσαν τώρα στην επιθεώρηση εργασίας, η οποία προσπαθούσε να βρει κάτι εναντίον του Fraser στα πάντα: σε τεχνικά ζητήματα, σε νομικά ζητήματα, και σε κάθε άλλο ζήτημα ουσίας ή γεγονότων. Η επιθεώρηση βρήκε όλα όσα έλεγε το UCU στην υπεράσπισή του απολύτως πειστικά, και απολύτως τίποτα από αυτά που είπε είτε ο Fraser ή οποιοσδήποτε μάρτυρας ως θεμιτά. Η κουλτούρα, οι πρακτικές, και οι νόρμες στο συνδικάτο κρίθηκαν ως μη αντισημιτικές, ούτε εκ προθέσεως ούτε εξ αμελείας. Στην πραγματικότητα, ό,τι ο Fraser και οι μάρτυρες θεώρησαν αντισημιτικό (στΜ: των οποίων η πλειοψηφία δεν ήταν καν Εβραίοι), οι επιθεωρητές το θεώρησαν απολύτως φυσιολογικό. Η απόφαση χρησιμοποίησε νομική ορολογία, αλλά ήταν και δεν είχε την πολυπλοκότητα ή την ασάφεια που συνηθίζεται.

Η επιθεώρηση έκρινε ότι, απλά, ‘στον πυρήνα’ της υπόθεσης βρίσκεται ‘μια ανεπίτρεπτη προσπάθεια να επιτευχθούν πολιτικοί σκοποί με παράτυπα μέσα…’ (§ 178). Με άλλα λόγια, η επιθεώρηση χρησιμοποίησε μια νομική εκδοχή του Νόμου του Livingstone.

Η επιθεώρηση έκανε σαφές ότι θεωρούν πως ο Fraser προσπάθησε κακή τη πίστη να ανακινήσει θέμα αντισημιτισμού για να αποσιωπήσει τους καλόπιστους κριτικούς του Ισραήλ όταν συνέχισε λέγοντας, ‘Μας προβληματίζουν οι συνέπειες μιας τέτοιας κατηγορίας. Νοιώθουμε να υποφώσκει μια ανησυχητική απέχθεια προς τον πλουραλισμό, την ανεκτικότητα και την ελευθερία της έκφρασης.’

Είναι δύσκολο να μη φτάσει κανείς στο συμπέρασμα ότι η επιθεώρηση στην πραγματικότητα αρνήθηκε να εξετάσει τα στοιχεία της υπόθεσης, ‘ένα δικαστικό υλικό 23ων τόμων’. Αν το είχε κάνει θα είχε ίσως αναγνωρίσει κάποια θέματα και απορρίψει κάποια άλλα. Αντιθέτως, η επιθεώρηση φαίνεται να δέχτηκε ασυζητητί το αφήγημα του συνδικάτου. Το συνδικάτο περιέγραψε τον εαυτό του σαν έναν ουδέτερο και προοδευτικό θεσμό, πολλά απ’τα μέλη του οποίου επιδείκνυαν αλληλεγγύη με τους Παλαιστινίους. Παρουσίασε αυτούς που υποστήριξαν τον Fraser σαν κακούς και ανέντιμους, αλλά ταυτόχρονα ως ικανούς και αξιόμαχους ομιλητές. Είπε ότι προσπαθούσαν να θολώσουν τα μάτια των άλλων συνδικαλιστών και της επιθεώρησης, κινητοποιώντας τη θυματοποίηση μέσω της κατηγορίας του αντισημιτισμού.

Σε κάποια σημεία της απόφασης, η επιθεώρηση άφησε να φανεί το απαξιωτικό της πρόσωπο. Αντιπαρέβαλε το ‘προσγειωμένο στυλ’ του Ronnie Fraser με τη ‘μεγαλειώδη πρόζα στην οποία εκφράστηκε η καταγγελία’ από τον Anthony Julius. Κάποιος μπορεί να σκεφτεί ότι είναι εντελώς συνηθισμένο να είναι ο δικηγόρος πιο γλαφυρός απ’τον πελάτη. Αλλά εδώ γίνεται μια νύξη στην ακριβή και καθως-πρέπει αντιπροσώπευση του Fraser. Η επιθεώρηση συνεχίζει: “το τεράστιο εύρος της αντιδικίας την κάνει διπλά λυπηρή”. Φαίνεται να υπονοούν την ισχύ εκείνων που υποτίθεται χρηματοδότησαν την υπόθεση. Ωστόσο, από τη σκοπιά του Fraser, μπορεί να ειπωθεί ότι το συνδικάτο είναι το πλούσιο και ισχυρό. Στην πραγματικότητα την υπόθεση Fraser δεν την στήριξαν εγκάρδια τα εθελοντικά όργανα της Εβραϊκής κοινότητας, αλλά σε μεγάλο βαθμό βασίστηκε στην αφοσίωση ενός μόνο ατόμου, του δικηγόρου Anthony Julius.

Τρεις από τους μάρτυρες του Fraser επικροτήθηκαν από την επιθεώρηση ως ‘προσεκτικοί, σκεπτόμενοι, ευγενικοί’ και ‘έχοντας συνείδηση των υποχρεώσεών τους ως μάρτυρες’. Το περιεχόμενο της μαρτυρίας τους δεν λήφθηκε καθόλου υπ’όψιν.

Οι άλλοι μάρτυρες κατηγορήθηκαν ότι ΄έκαναν θεατρινισμούς΄, ‘διέσπειραν τις απόψεις τους΄ και ότι έβγαλαν λόγους προς το κοινό. Οι μάρτυρες του συνδικάτου, καλοί τίμιοι απλοί αξιωματούχοι του συνδικάτου ήταν, σύμφωνα με την επιθεώρηση, ‘μάλλον λιγότερο παρδαλοί’ και ‘απλά μίλησαν’. Η απλοϊκή διάκριση μεταξύ δεδομένων και γνώμης χωλαίνει μπροστά στην δύσκολη πραγματικότητα της εξιστόρησης της ζώσης εμπειρίας του αντισημιτισμού, και των αποτελεσμάτων τέτοιων βιωμάτων.

Η επιθεώρηση επέλεξε να μην κρύψει τον εκνευρισμό της. Δεν θεώρησε άξια ασχολίας μια υπόθεση φερόμενου θεσμικού αντισημιτισμού, εν συγκρίσει με υποθέσεις διακρίσεων που θεώρησε γνήσιες:

“Η Επιθεώρηση Εργασίας είναι ένα υπό πίεση δημόσιο όργανο και δεν είναι σωστό οι πόροι του να σπαταλούνται όπως με αυτή την υπόθεση. Ούτε ήταν πρέπον να έχουν οι κατηγορούμενοι να αντιμετωπίσουν τέτοιες κατηγορίες και να μπουν στον κόπο να επιχειρηματολογήσουν για κάτι τέτοιο.”

Αργότερα, όταν το συνδικάτο κινήθηκε εναντίον του Ronnie Fraser για να καλύψει τα έξοδα της δίκης, ζητώντας εκατοντάδες χιλιάδες λίρες, η επιθεώρηση αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι είχε καταχραστεί την εξουσία της με το να δώσει έμφαση με μεγάλο ενθουσιασμό στην ακαταλληλότητα της υπόθεσης. Αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την έκδοση απόφασης ως αναρμόδιο λέγοντας ότι τα έξοδα είχαν ήδη κριθεί στην αρχική απόφαση. Ωστόσο, οι νέοι δικαστές κάναν κολλεγιά με την αρχική σύνθεση της επιθεώρησης, αφού δεν έχασαν ευκαιρεία αντί να ασχοληθούν με τα έξοδα, να επικροτήσουν την απόφαση της επιθεώρησης.

Ένας διαφωτιστικός διάλογος εξελίχθηκε κατα την εξέταση της Γενικούς Γραμματέως του UCU, Sally Hunt. Ο Anthony Julius τη ρώτησε για έναν μεγάλο αριθμό περιστατικών, ένα ένα, που είχαν γραφτεί ή λεχθεί στο συνδικάτο αν ήταν φερόμενα ως αντισημιτικά, είτε σε συνελεύσεις, είτε σε συναντήσεις, είτε στο email list των ακτιβιστών. Η Hunt σε όλα τα παραδείγματα είπε ότι δεν ήταν αντισημιτικά. Σαν να ήταν εξαντλημένος, ο Julius τη ρώτησε υποθετικά: ‘Αν κάποιος έλεγε, “αν θες να καταλάβεις τους Εβραίους, διάβασε το Mein Kampf”, αυτό θα ήταν αντισημιτικό;’ Η Hunt απάντησε ότι αν λεγόταν κάτι τέτοιο στο συνδικάτο, δεν θα ήταν αντισημιτικό, γιατί το συνδικάτο είναι αντιρατσιστικό οπότε ό,τι και να λεχθεί δεν είναι κατ’ανάγκη αντισημιτικό.

Αυτή η απάντηση είναι μια ρητή υιοθέτηση της πολιτικής της θέσης έναντι της πολιτικής της λογικής. Για την Hunt, για να κρίνει αν μια πρόταση είναι αντισημιτική ή όχι, μετράει ποιος το είπε, και όχι το τι λέει η πρόταση. Σαν τον Badiou, που λέει ότι ο αριστερός αντισημιτισμός είναι λογικά αδύνατος επειδή ο αντισημιτισμός είναι εξ ορισμού όχι αριστερός, έτσι και η Hunt θεωρεί τον αντισημιτισμό εντός ενός αντιρατσιστικού συνδικάτου ως αδιανόητο. Αντί να προβληματιστεί με την κανονικοποίηση του αντισημιτισμού στο συνδικάτο, η Hunt ορίζει την αντισημιτική συμπεριφορά και λόγο ως αντιρατσιστικά, όχι με βάση το περιεχόμενο, αλλά με βάση την εκφορά σε έναν χώρο που είναι a priori όχι αντισημιτικός. Οποιαδήποτε αμφισβητήσει αυτή την a priori αλήθεια πρέπει να εξοριστεί. Όποια προσπαθήσει να αλληλεπιδράσει με αυτή την αλήθεια με διάλογο, λογική, στοιχεία, ή επιχειρήματα, ρισκάρει τη θέση της ως μέρος της κοινότητας.

Έχοντας προεδρεύσει κατά την εξέταση της Sally Hunt, έχοντας δει την άρνησή της ότι οτιδήποτε είναι αντισημιτικό, ακόμα και υποθετικά, ο Δικαστής Snelson μάλωσε τον Anthony Julius μάλλον υποτιμητικά και εξέφρασε την ελπίδα ο Julius να αρχίσει σύντομα να μιλάει για τα δεδομένα της υπόθεσης (στΜ: ο δικαστής δεν θεώρησε καν τα περιστατικά που ανέφερε ο δικηγόρος ως στοιχεία της υπόθεσης).

Περίπτωση 3η: Πώς η φράξια του Corbyn αποκλείει τους πολιτικούς της αντιπάλους αντί να απαντά στην κριτική

Η τελική περίπτωση είναι μια εξέταση σειράς παραδειγμάτων για το πώς το δόγμα ‘ο Jeremy δεν ασχολείται με προσωπικά’ έχει αντιστραφεί σε μέθοδο προσωπικών επιθέσεων ενάντια στους κριτικούς του Corbyn. Αποτέλεσμα της αντιστροφής είναι η αποφυγή της αντιμετώπισης οποιασδήποτε κριτικής μέσω του εξορισμού του κριτικού έξω απ’την κοινότητα του καλού. Αφού ο κριτικός αφορίζεται, η κριτική του καυτηριάζεται και εκδίδεται προειδοποίηση προς άλλους πιθανούς/ες κριτικούς/ες.

Στις 14 Αυγούστου 2015, καθώς ο Jeremy Corbyn αναδείχθηκε ως πρωτοπόρος στις κομματικές εκλογές, η (στΜ: αγγλική εφημερίδα) Jewish Chronicle (JC) έκανε το πρωτοφανές να αφιερώσει το πρωτοσέλιδό της σε επτά ερωτήσεις σχετικά με τα προηγούμενα του Corbyn  με το θέμα του αντισημιτισμού (JC Editorial 2015).

Ρωτούσε για τη σχέση του με την καμπάνια ‘Deir Yassin Remembered’ που οργανώνει ο Paul Eissen, ένας ανοιχτά δηλωμένος αρνητής του Ολοκαυτώματος. Ο Eissen δήλωσε ότι ο Corbyn προσέφερε χρήματα και υποστήριξη.

Η JC ρώτησε τον Corbyn για τη σχεδιασμένη εμφάνισή του με τον Carlos Latuff, έναν αντισιωνιστή και αντισημίτη σκιτσογράφο, στον οποίο έχει απονεμηθεί το δεύτερο βραβείο στον Διαγωνισμό Σκίτσου Άρνησης του Ολοκαυτώματος από τον Πρόεδρο Ahmadinejad στην Τεχεράνη.

Η JC ρώτησε τον Corbyn σχετικά με την υπεράσπιση του Steven Sizer και την αντι-κατηγορία ότι οι κριτικοί του Sizer ήταν Σιωνιστές που προσπαθούσαν να τον λασπώσουν άδικα.

Η εφημερίδα ρώτησε τον Corbyn σχετικά με τη σχέση του με τη Hamas και τη Hezbollah, αντισημιτικές οργανώσεις στις οποίες αναφέρεται ως ‘φίλους’ και τις οποίες έχει υποστηρίξει ένθερμα, λέγοντας ότι είναι αφοσιωμένες στην ειρήνη και τη δικαιοσύνη στη Μέση Ανατολή (Video 2).

Ο Corbyn ρωτήθηκε γιατί δεν καταδίκασε ποτέ τισ αντισημιτικές αφίσες και πλακάτ που κατακλύζουν την ετήσια πορεία Al-Quds Day, η οποία σπονσοράρεται από το Stop the War, του οποίου ο Corbyn ήταν Εθνικός Προεδρεύων.

Ο Corbyn ρωτήθηκε γιατί υπερασπίστηκε τον Raed Salah ως ‘τιμημένο πολίτη’, έναν άνθρωπο ο οποίος ρητά χρησιμοποίησε μεσαιωνικές ρητορικές κατηγορίας αίματος για να προκαλέσει εβραιοφοβικό μίσος (στΜ: η κατηγορία αίματος ήταν η προφανώς ψεύτικη κατηγορία ότι δήθεν οι Εβραίοι σκότωναν μικρά παιδιά για να χρησιμοποιήσουν το αίμα τους στην παρασκευή του άζυμου άρτου του Πάσχα (οι ματσές που λέμε), μεσαιωνικής προέλευσης αλλά δημοφιλής κατηγορία στην ελλάδα μέχρι και τις αρχές του 20ου αι. λόγω της διασποράς της από τη “θρησκεία της αγάπης” μέσω “αγίων” όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Αγαπάτε αλλήλους, αλλά μην τυχόν και είναι Εβραίοι!).

Οι απαντήσεις του Corbyn δεν ήταν πειστικές (JC Reporter 2015). Είπε ότι δεν θυμόταν να δίνει χρήματα στον Eissen. Είπε ότι υποστήριξε την καμπάνια του Eissen πριν συνειδητοποιήσει ότι είναι αντισημίτης, αλλά το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι. Είπε ότι αποφάσισε να μην εμφανιστεί με τον Latuff αλλά δεν είπε γιατί. Είπε ότι είχε υποστηρίξει τον Sizer ως θύμα μιας Σιωνιστικής καμπάνιας λάσπης πριν εκείνος γίνει αντισημίτης, και όχι μετά.

Η προκάτ απάντηση του Corbyn για το γιατί αναφέρεται στη Hamas και τη Hezbollah ως ‘φίλους’ είναι ότι είναι διπλωματική γλώσσα και ότι είναι υποστηρικτής της διπλοματικής διαδικασίας. Χρησιμοποίησε την ίδια δικαιολογία ‘διπλωματικής γλώσσας’ για την υπεράσπιση του Raed Salah, αυτόν με την κατηγορία αίματος (στΜ: !!!). Στην πραγματικότητα, ο Corbyn έχει υιοθετήσει τις πολιτικές της Hamas και της Hezbollah, έχει πάει ως καλεσμένος της Hamas στη Γάζα, δεν κριτικάρει τον αντισημιτισμό τους, δεν ανησυχεί από τις συνδέσεις τους με το ιρανικό καθεστώς. Με άλλα λόγια, τους θεωρεί μαχητές της ελευθερίας.

Ο Corbyn απάντησε της ερώτηση για τα αντισημιτικά πανώ και τις αφίσες λέγοντας ότι αντιτίθεται στον αντισημιτισμό.

Οι απαντήσεις του στη Jewish Chronicle ήταν γεμάτες υπεκφυγές και αποσπασματικές. Αλλά η απάντηση που πραγματικά δίνει πόνο, αυτή στην οποία βασίζεται στ’αλήθεια η φράξια του Corbyn, είναι ότι ο Corbyn υποστηρίζει τους Παλαιστινίους, και όλοι όσοι τον κατηγορούν για αντισημιτισμό το κάνουν για να τον λασπώσουν και να σιγάσουν την κριτική του προς το Ισραήλ.

Ο James Bloodworth, ο εκδότης του μπλογκ Left Foot Forward, εμφανίστηκε στο BBC Radio 4 Today Programme στις 28 Αυγούστου 2015. Κάνοντας τις γνωστές ρητορικές εισαγωγές ότι κανείς δεν κατηγορεί τον Corbyn ως αντισημίτη, συνέχισε εξηγώντας γιατί υπάρχει πρόβλημα με την ανοχή του Corbyn προς τον αντισημιτισμό και τη συμμετοχή και υποστήριξή του σε αντισημιτικές οργανώσεις και κινήματα.

Απαντώντας, η Diane Abbott, ηγετική βουλευτής του Labour επιτέθηκε. Η προσπάθεια να φανεί ο Corbyn ως αντισημίτης, είπε, ήταν σημάδι ότι η ‘ελίτ του Παλατιού’ και η ‘πολιτική τάξη’ των φοβούνταν για τις υποσχέσεις του κατά της λιτότητας. Η Abbott επιστράτευσε όλη τη ρητορική της δεινότητα για να ξεκαθαρίσει ότι τέτοιες ερωτήσεις είναι αυθάδεις και ακατάλληλες, ότι ήταν ‘προσωπικές’ επιθέσεις και όχι πολιτικό ζήτημα. Απάντησε παρουσιάζοντας τον Bloodworth ως έχοντας ξεπεράσει τα όρια της πολιτικής εντιμότητας και ευπρέπειας, και πέραν της βρεττανικής ευγένειας.

Την περασμένη βδομάδα, η Yasmin Alibhai-Brown είχε γράψει ένα άρθρο στον The Independent με τίτλο ‘Πέτα λάσπη αν θες αλλά μη λες τον Jeremy Corbyn Aντι-σημίτη’.

Είναι μια κατηγορία αλλόκοτη και ταυτόχρονα κακιασμένη. Η δεξιά, οι Blairites και οι σκληροί Σιωνιστές έχουν σχηματίσει την πλέον ανίερη συμμαχία για να σφαγιάσουν τη φήμη του πιθανού επόμενου αρχηγού του Labour. … Πιο καταθλιπτική είναι η σύμπραξη της ισχυρής δεξιάς και των Σιωνιστών. Φαίνονται αποφασισμένοι να τσακίσουν όλες τις εναλλακτικές στη φιλελεύθερη οικονομία και τη Δυτική ηγεμονία. … Όσο οι δυνάμεις του σκότους στρέφονται κατά του Corbyn, η μάχη για την ηγεσία συνεχίζει την πτώση της σε ένα παιχνίδι παθών. (Alibhai-Brown 2015)

Η Alibhai-Brown κινητοποιεί όλη την οργισμένη αποκήρυξη εναντίον όποιας βάλει θέμα αντισημιτισμού. Η ειρωνία είναι ότι χρησιμοποιεί η ίδια αντισημιτική λογική στην πορεία. Δείχνει αυτοδικαιωμένη οργή στην αυθάδεια τέτοιων θεμάτων. Όμως, υπάρχει μια επίκληση στην αυθεντία των αντισιωνιστών Εβραίων, εκείνων των Εβραίων των οποίων η θέση στην κοινότητα του καλού είναι εγγυημένη. ‘Η δεξιά, οι Blairites και οι σκληροί Σιωνιστές’ είναι εκείνοι που εφαρμόζουν αυτή την πενταβρόμικη πολιτική μανούβρα, λέει. Οι ‘δυνάμεις του σκότους’ είναι η ‘ισχυρή δεξιά’ και οι ‘Σιωνιστές’. Το άρθρο της Alibhai-Brown δεν είναι καν τόσο υποστηρικτικό υπέρ του Corbyn ως υποψηφίου για την αρχηγία του Labour, αλλά καταφέρνει να αστυνομεύσει τα όρια της κοινότητας του προοδευτικού. Οι Blairites και η δεξιά είναι απέξω, μαζί με τους ‘σκληρούς Σιωνιστές’ και τους ‘Σιωνιστές’.

Τον Ιούλιο, ο Corbyn είχε δώσει συνέντευξη στο Channel 4 News(Video 3). Ο Krishnan Guru-Murthy τον ρωτά γιατί αναφέρεται στη Hamas και τη Hezbollah ως ‘φίλους του’. Ο Corbyn απαντά με την προκάτ απάντηση ότι θέλει ειρήνη και αυτή συμπεριλαμβάνει και τη Hamas. Ο Gury-Murthy τον ξαναρωτά γιατί τους αποκαλεί ‘φίλους του’. Ο Corbyn αρχίζει να θυμώνει και τον κατηγορεί ότι διέκοψε την απάντησή του. Συνεχίζει τον λόγο του για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και ο Gury-Murthy τον ρωτά για τρίτη φορά γιατί τους αποκαλεί ‘φίλους του’. Ο Corbyn υψώνει τον τόνο της φονής του και χειρονομεί, απαιτώντας να ολοκληρώσει. Κατηγορεί τον Guru-Murthy ότι είναι απροετοίμαστος να συζητήσει τα ευρύτερα θέματα της Μέσης Ανατολής. Το θέμα είναι αυτό, λέει: ‘η Hamas και η Hezbollah είναι μέρος της ειρηνευτικής διαδικασίας…’. Όταν στριμώχνεται ξανά για το αν θεωρεί τη Hamas και τη Hezbollah φιλικές του οργανώσεις, κατηγορεί τον Gury-Murthy ότι ‘προσπαθεί να εξευτελίσει τη συζήτηση…’. Τελικά ο Corbyn κάθεται πίσω στην καρέκλα του και λέει: ‘ευχαριστώ για την ταμπλόιντ δημοσιογραφία’. Όταν στριμώχνεται, ο Corbyn προτιμά να προσπαθήσει να πετάξει τον Guru-Murthy εκτός της κοινότητας του καλού (‘ταμπλόιντ!’) παρά να απαντήσει την ερώτηση στα σοβαρά.

 

Συνεχίζεται…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *